O Μαγικός Φανός
Κινηματογράφος
ΓΝΩΜΕΣ
Πάθος, Έρωτας, Θάνατος, Ερωτισμός, Ύπαρξη, Συναισθήματα τραβηγμένα στα ύστατα όρια τους, είναι τα υλικά για μια καλή ταινία.
Κυνηγητά, περιπέτειες, φονικές συγκρούσεις, Σούπερ- ήρωες, Τέρατα , Μεταφυσικές μπουρμπουλήθρες, τα υλικά για ταινίες να χάνεις το χρόνο σου.
Πάθος, Έρωτας, Θάνατος, Ερωτισμός, Ύπαρξη, Συναισθήματα τραβηγμένα στα ύστατα όρια τους, είναι τα υλικά για μια καλή ταινία.
Κυνηγητά, περιπέτειες, φονικές συγκρούσεις, Σούπερ- ήρωες, Τέρατα , Μεταφυσικές μπουρμπουλήθρες, τα υλικά για ταινίες να χάνεις το χρόνο σου.
Περιεχόμενα - Link
Μαρτσέλλο Μαστρογιάννι: "ΘΥΜΆΜΑΙ ΝΑΙ ΘΥΜΆΜΑΙ"
Ιστορίες από τη ζωή ενός ηθοποιού.
Ένα βιβλίο νοσταλγίας, αναμνήσεων, και αποποίησης τής ταμπέλας τού "Λατίνου Εραστή" (Το βιβλίο"θυμάμαι ναι θυμάμαι" είναι μια πιστή αυτοβιογραφική αφήγηση τοὐ Μαστρογιάννι, μπροστά στην κάμερα τής σκηνοθέτιδας και συντρόφου του τότε στη ζωή, Άννας Μαρίας Τατό, (έχει παιχτεί και στην ΕΡΤ), στην Πορτογαλία, στα διαλείμματα των γυρισμάτων τής ταινίας τού Μανουέλ Ολιβέιρα "Ταξίδι στην αρχή τού κόσμου", τον Σεπτέμβριο του 1996. Τρεις μήνες αργότερα Δεκέμβριος 1996, ο Μαστρογιάννι πεθαίνει.
Θυμάται... θυμάται, τις ταινίες που γύρισε, τούς τόπους τα ταξίδια: «Έζησα πάντα αυτές τις περιπέτειες σαν να ήταν παραμύθια στα οποία ήμουν πρωταγωνιστής, άρα προνομιούχος. Απ᾿ την άλλη - δυστυχώς πρέπει να το παραδεχτώ - έξω από το επάγγελμα μου δεν έχω μεγάλα ενδιαφέροντα. Είναι το όριο μου. Δεν διαθέτω μεγάλο πνευματικό πλούτο, καλλιέργεια. Δεν έχω ποτέ διάθεση να πάω στον κινηματογράφο ή στο θέατρο - όπου ο μόνος που διασκεδάζει είναι ο ηθοποιός, που ικανοποιεί την ανάγκη του για επίδειξη. Μα εκείνον που κάθεται για ώρες στην καρέκλα, δεν τον πιάνει ύπνος;» Μια τολμηρή υπονόμευση τής ίδιας του τής προσωπικότητας και ίσως μια χιουμοριστική επιπόλαιη αξιολόγηση τού αντικειμένου τής δουλειάς του. «Μ᾿ ένα δόρυ στο χέρι, παιδί ακόμα, έπαιξα κομπάρσος στο "Σιδερένιο στέμμα " τού Μπλαζέτι. Ύστερα από πολλά χρόνια, πάλι με το Μπλαζέτι, γύρισα το "Κρίμα που είναι κάθαρμα" Τότε λοιπόν τού είπα: "Δεν έχεις καθόλου μάτι σκηνοθέτη." "Τι είπες;" Ο Μπλαζέτι τα ᾿παιρνε όλα στα σοβαρά, αλλά βρήκε την εξήγηση μου διασκεδαστική: "Όταν γύριζες το Σιδερένιο στέμμα, εγώ ήμουν εκεί ο κομπάρσος με το τεράστιο δόρυ. Ούτε που με πρόσεξες, όμως με ανακάλυψες δεκαπέντε χρόνια αργότερα" ». »Μού έρχεται στο μυαλό μου ο αδελφός μου ο Ρουτζέρο, ένας καταξιωμένος μοντέρ αλλά εκείνος δεν είχε αλλοιωθεί απ᾿ αυτόν το χώρο. Ζήλεψα την οικογένεια του, την πιο φυσιολογική ζωή του. Εγώ αντίθετα... είναι σαν να έζησα συνεχώς μέσα σε μια παρένθεση, περιμένοντας ότι μετά, αργότερα, θα ερχόταν η πραγματική ζωή. Που ίσως (δεν υπερβάλλω!), ίσως δεν ήρθε ποτέ». Ας παρηγοριόμαστε λοιπόν εμείς οι κοινοί θνητοί. Ένα επεισόδιο από τον μεγάλο πόλεμο: «Είχα καταφέρει να το σκάσω από εκείνο το Στρατιωτικό Γεωγραφικό Ινστιτούτο, που δούλευα, σχεδόν στα σύνορα με την Αυστρία...........Το ίδιο βράδυ, πήρα ένα τρένο που πήγαινε προς το Μπασάνο Ντελ Γκράπα. Λόγω των συχνών αεροπορικών διαδρομών, τα τρένα ταξίδευαν με σβηστά τα φώτα. Κάποια στιγμή ένιωσα μια γυναικεία παρουσία, μια γυναίκα που μιλούσε μάλλον με φίλους. Παρά τον περιορισμένο χώρο, εγώ που πάντα ήμουν μεγάλος καπνιστής, βρήκα τρόπο να ανάψω ένα τσιγάρο. Κι ανάβοντας το τσιγάρο όπως ήταν φυσικό, φώτισα το πρόσωπο μου.Κι εκείνη η γυναίκα πλησίασε, αγγιχτήκαμε και ύστερα ανταλλάξαμε ένα φιλί. |
Ήταν μια αίσθηση συγκλονιστική και τόσο μυστηριώδης. Ποτέ δεν είδα ποια ήταν, αν ήταν νέα, μεγάλη, ωραία ή άσκημη. Γιατί σε μια από τις πρώτες στάσεις, πάντα μες στο σκοτάδι, αυτή η παρέα κατέβηκε και... δεν έμαθα ποτέ ποια φίλησα. Πόσα χρόνια έχουν περάσει; Κι όμως το θυμάμαι σαν να ᾿ταν τώρα, στ᾿ αλήθεια μια απ᾿ τις πιο έντονες αναμνήσεις στη ζωή μου. Παράξενο πράγμα η μνήμη, δεν είναι;»
Αυτές οι χαμένες για πάντα στιγμές μπορούν να συγκινούν και να χαράζονται στη μνήμη, σαν η χαμένη ευτυχία ακόμη και αν η μνήμη, είναι η μνήμη, ενός τόσο διάσημου και γόη ηθοποιού.
«Οι αναμνήσεις, ίσως είναι το μοναδικό πράγμα που μάς ανήκει αληθινά. Αν λοιπόν αναρωτηθώ ποιες είναι οι αναμνήσεις που με αγγίζουν με τη μεγαλύτερη ένταση... Ο κινηματογράφος; Η επιτυχία; Όχι, όχι, τίποτα απ᾿ αυτά. Οι πιο έντονες αναμνήσεις είναι οι αναμνήσεις από την παιδική μου ηλικία και την εφηβεία μου, με τη μητέρα μου, τον αδελφό μου τούς φίλους τής γειτονιάς. Με τον πόλεμο, με τα καθημερινά προβλήματα που ζητούσαν λύση σ᾿ ένα καθαρά υλικό επίπεδο...»
Παράξενο να ακούς αυτά από ένα ηθοποιό, με τόσο πλούσια ζωή.
«Ίσως αγαπώ τον Τσέχωφ με τόσο ιδιαίτερο τρόπο, γιατί οι χαρακτήρες του οι ιστορίες του θυμίζουν τη ζωή. Ή ίσως ανταποκρίνονται καλύτερα στο χαρακτήρα μου και στη φύση μου ως ηθοποιού. Μ᾿ αρέσει αυτός ο μικρός υποταγμένος κόσμος, φτιαγμένος από πρόσωπα που πάντα χάνουν, γεμάτα ενθουσιασμό, όνειρα αυταπάτες: "Στη Μόσχα! Στη Μόσχα!",* όπου δεν θα πάνε ποτέ. Κι ο Βάνιας που λέει: " Ναι, δουλειά!... δουλειά!... ** Ο Σαίξπηρ είναι μεγάλος, αλλά οι χαμηλοί τόνοι τού Τσέχωφ, εμένα με συγκινούν περισσότερο».
* Από "Τις τρεις αδελφές"
** Από το "Θείο Βάνια" αφού όλοι έχουν φύγει για την πόλη, και έχουν μείνει στο σπίτι ο θείος Βάνιας με την ανεψιά του τη Σόνια. Η δουλειά ως το ύστατο καταφύγιο, για να θάψουν μέσα του τις διαψευσμένες τους ζωές.
«Πάντα μού άρεσε να ειρωνεύομαι τη σωματική μου κατασκευή. Αν ήταν δυνατόν ίσως και να την εξαφάνιζα. Έπαιξα πρόσωπα μεγαλύτερα στην ηλικία πριν γεράσω. Γιατί πονηρά σκεφτόμενος, δεν ήθελα να λέει ο κόσμος: "Δες πως έχει γεράσει". Όχι εγώ εμφανίζομαι γέρος πριν γεράσω. Έτσι θα λένε: "Α, έχει μακιγιαριστεί σαν γέρος". Μικρές πονηριές. Βέβαια δεν ξέρω αν έπιασαν. Στην κατασκευή λοιπόν ήρθε και προστέθηκε στη συνέχεια κι αυτός ο γελοίος τίτλος τού "Λατίνου εραστή", στον οποίο με τίποτα δεν αναγνωρίζω τον εαυτό μου. Γιατί εκτός των άλλων είναι κι ένας περιορισμός. Αν έχω ένα ραντεβού, μια περιπέτεια αναμένονται από το "Λατίνο εραστή" ποιος ξέρει ποιες εξαιρετικές επιδόσεις. Εγώ αντίθετα υπήρξα πάντοτε ένας απόλυτα φυσιολογικός άνδρας, ακόμα και στις επιδόσεις μου.»
Φιλόδοξοι ή φοβισμένοι εραστές ηρεμήστε. Να ακόμα και ο Μαστρογιάννι......
«Λατίνος εραστής! Να τρελαίνεσαι από την ανοησία. Έχω πει: "Μα τις έχετε δει τις ταινίες μου; Μετά την "Ντόλτσε βίτα" γύρισα μια ταινία στην οποία υποδυόμουν έναν ανίκανο, τον "Ωραίο Αντόνιο". Υπάρχει ένα συμπαθητικό ανέκδοτο που δείχνει την επιτυχία, την αγάπη τού κόσμου που κέρδισε αυτός ο ασυνήθιστος ήρωας. Δε θυμάμαι αν ήταν στη Βραζιλία ή στην Αργεντινή, ένα ή δύο χρόνια αφότου πρωτοπαίχτηκε η ταινία, αγόρασαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες ένα παλιό πολεμικό πλοίο, που δεν πήρε μπρος ποτέ. Τού έδωσαν λοιπόν το παρατσούκλι "Ο ωραίος Αντόνιο"! Ο ωραίος Αντόνιο δεν έπαιρνε μπροστά.
»Κι αμέσως μετά, στο "Διαζύγιο αλλά Ιταλικά", έπαιξα ένα χυδαίο κερατωμένο. Έχω κάνει τον ομοφυλόφιλο στο "Μια ξεχωριστή μέρα". Αλλά και στις ταινίες του Φελίνι, οι ερωτικές φαντασιώσεις είναι εφηβικές σχεδόν παιδικές. Δεν μπορείς να κάνεις όμως τίποτα, τίποτα. Τώρα πια είμαι εβδομήντα δύο χρονών κι ακόμα συνεχίζουν να με αποκαλούν: "Ο Λατίνος εραστής" Μα τι είμαι; Ένα φαινόμενο για το τσίρκο; Τι βάσανο!»
»Συναγωνιζόμασταν με το Φελίνι ποιος θα άλλαζε πιο συχνά αυτοκίνητο. Ήταν ένα παιγνίδι γελοίο, τόσα λεφτά πεταμένα στον αέρα. Κι αν έχω αγοράσει αυτοκίνητα! Μα γίνεται να είναι κανείς τόσο ανόητος; Μετανιώνω μόνο που δεν κράτησα αρχείο. Σήμερα θα μπορούσα να ποζάρω σε μια αφίσα, με τη φωτογραφία μου δίπλα σε κάθε αυτοκίνητο που απέκτησα. Θα άξιζε τον κόπο, ίσως για να δείχνω στα εγγόνια μου, αν ποτέ αποκτήσω, πόσο ηλίθιος ήταν ο παππούς τους.»
»Μόλις ο ηθοποιός κατέβει από τη σκηνή αλλάζει, βάζει κατά μέρος τις λύπες ή τις χαρές τού ήρωα που ερμήνευσε. Στην πραγματικότητα μόνο το κοινό ένιωσε αυτές τις συγκινήσεις. Ο ηθοποιός, είναι ένας μεγάλος ψεύτης που δίνει την εντύπωση ότι συμμετέχει σε ότι κάνει, αλλά στην πραγματικότητα... ναι δε λέω αισθάνεται κάτι, αλλά στην πραγματικότητα δεν αισθάνεται τίποτα. Αλλιώς θα ήταν ο δυστυχέστερος άνθρωπος του κόσμου εξαιτίας τού επαγγέλματός του, έτσι δεν είναι; Είναι δυνατόν κάθε φορά να ζεις τις λύπες, τα δράματα, και μετά να τα σέρνεις μαζί σου; Κι όμως μπορεί να συμβεί να συγκινηθεί, γιατί ίσως σ᾿ ένα έργο υπάρχει κάτι που σ᾿ αγγίζει περισσότερο προσωπικά. Για παράδειγμα στο τελευταίο έργο που έπαιξα που παίζω ακόμα, "Τα τελευταία φεγγάρια" υπάρχει κάποιο σημείο που τα μάτια μου υγραίνονται. Αυτό με ενοχλεί πολύ γιατί σημαίνει πως δεν έχω την απόσταση από το πρόσωπο που ερμηνεύω.»
Να είναι η τεχνική του σαν ηθοποιός, (σίγουρα η αποστασιοποίηση τού Μπρεχτ δεν τού ήταν ξένη), ή μια πικρή διάθεση που τον κάνει να θέλει να υποσκάψει το επάγγελμα του, τον ηθοποιό, ποιος ξέρει;
«Ο Ρομπέρτο Μπενίνι: "να πω ηθοποιός, δεν μου φαίνεται αρκετό. Είναι ένα σαιξπηρικό ξωτικό, είναι ιδιοφυής. Αισθάνομαι στ᾿ αλήθεια θαυμασμό γι αυτόν. Για την τέχνη του και για τη σεμνότητα του στη ζωή του". Πριν μερικούς μήνες, όταν έπαιζα στο θέατρο και το έργο είχε επιτυχία, μού έστειλε ένα τηλεγράφημα: "Θεέ μου, εσύ έπρεπε να γίνεις ηθοποιός!" Αγαπητέ Ρομπέρτο, σου στέλνω ένα μεγάλο χαιρετισμό.»
»Ένα άλλο "όνειρο" ήταν να κάνω μια ταινία καθισμένος σε αναπηρική καρέκλα, σαν τον Πέρι Μέισον. Αυτό θα ταίριαζε γάντι στην τεμπελιά μου. Στην αναπηρική καρέκλα και κωφάλαλος. Έτσι δεν επρόκειτο να νιώσω την παραμικρή κούραση. Και το κοινό είναι τόσο αφελές να πει: "Για φαντάσου! Κάθεται στην αναπηρική καρέκλα, δε μιλάει, δε μας ακούει, κι εμείς καταλάβαμε τα πάντα!" Και μπορεί να κέρδιζα και Όσκαρ. Ή μάλλον δύο ή τρία: ένα για την καρέκλα, ένα γιατί ήμουν κουφός κι άλλο γιατί ήμουν μουγκός. Όχι πως έχω τίποτα εναντίον αυτών που κέρδισαν βραβεία παίζοντας τέτοιου είδους ρόλους. Αλλά τελικά η κριτική είναι πολύ ευαίσθητη στα έργα που προβάλλουν τη δυστυχία.»
Πίκρα για τα βραβεία, ποιος ξέρει άραγε γιατί; Αυτοσαρκασμός, πικρό χιούμορ, τσαλάκωμα τού εαυτού του, υπονόμευση τής τέχνης του. Να ᾿ναι η θλίψη για τον χρόνο που πέρασε, το ανικανοποίητο, η πικρή γεύση που αφήνει όσο πλούσια κι αν είναι ή ζωή; Ένα βιβλίο απρόσμενο, θύμα ακριβώς τού "Λατίνου Εραστή" πριν το διαβάσεις, και μετά ένα αγαπημένο βιβλίο για ένα αγαπημένο ηθοποιό.
Αυτές οι χαμένες για πάντα στιγμές μπορούν να συγκινούν και να χαράζονται στη μνήμη, σαν η χαμένη ευτυχία ακόμη και αν η μνήμη, είναι η μνήμη, ενός τόσο διάσημου και γόη ηθοποιού.
«Οι αναμνήσεις, ίσως είναι το μοναδικό πράγμα που μάς ανήκει αληθινά. Αν λοιπόν αναρωτηθώ ποιες είναι οι αναμνήσεις που με αγγίζουν με τη μεγαλύτερη ένταση... Ο κινηματογράφος; Η επιτυχία; Όχι, όχι, τίποτα απ᾿ αυτά. Οι πιο έντονες αναμνήσεις είναι οι αναμνήσεις από την παιδική μου ηλικία και την εφηβεία μου, με τη μητέρα μου, τον αδελφό μου τούς φίλους τής γειτονιάς. Με τον πόλεμο, με τα καθημερινά προβλήματα που ζητούσαν λύση σ᾿ ένα καθαρά υλικό επίπεδο...»
Παράξενο να ακούς αυτά από ένα ηθοποιό, με τόσο πλούσια ζωή.
«Ίσως αγαπώ τον Τσέχωφ με τόσο ιδιαίτερο τρόπο, γιατί οι χαρακτήρες του οι ιστορίες του θυμίζουν τη ζωή. Ή ίσως ανταποκρίνονται καλύτερα στο χαρακτήρα μου και στη φύση μου ως ηθοποιού. Μ᾿ αρέσει αυτός ο μικρός υποταγμένος κόσμος, φτιαγμένος από πρόσωπα που πάντα χάνουν, γεμάτα ενθουσιασμό, όνειρα αυταπάτες: "Στη Μόσχα! Στη Μόσχα!",* όπου δεν θα πάνε ποτέ. Κι ο Βάνιας που λέει: " Ναι, δουλειά!... δουλειά!... ** Ο Σαίξπηρ είναι μεγάλος, αλλά οι χαμηλοί τόνοι τού Τσέχωφ, εμένα με συγκινούν περισσότερο».
* Από "Τις τρεις αδελφές"
** Από το "Θείο Βάνια" αφού όλοι έχουν φύγει για την πόλη, και έχουν μείνει στο σπίτι ο θείος Βάνιας με την ανεψιά του τη Σόνια. Η δουλειά ως το ύστατο καταφύγιο, για να θάψουν μέσα του τις διαψευσμένες τους ζωές.
«Πάντα μού άρεσε να ειρωνεύομαι τη σωματική μου κατασκευή. Αν ήταν δυνατόν ίσως και να την εξαφάνιζα. Έπαιξα πρόσωπα μεγαλύτερα στην ηλικία πριν γεράσω. Γιατί πονηρά σκεφτόμενος, δεν ήθελα να λέει ο κόσμος: "Δες πως έχει γεράσει". Όχι εγώ εμφανίζομαι γέρος πριν γεράσω. Έτσι θα λένε: "Α, έχει μακιγιαριστεί σαν γέρος". Μικρές πονηριές. Βέβαια δεν ξέρω αν έπιασαν. Στην κατασκευή λοιπόν ήρθε και προστέθηκε στη συνέχεια κι αυτός ο γελοίος τίτλος τού "Λατίνου εραστή", στον οποίο με τίποτα δεν αναγνωρίζω τον εαυτό μου. Γιατί εκτός των άλλων είναι κι ένας περιορισμός. Αν έχω ένα ραντεβού, μια περιπέτεια αναμένονται από το "Λατίνο εραστή" ποιος ξέρει ποιες εξαιρετικές επιδόσεις. Εγώ αντίθετα υπήρξα πάντοτε ένας απόλυτα φυσιολογικός άνδρας, ακόμα και στις επιδόσεις μου.»
Φιλόδοξοι ή φοβισμένοι εραστές ηρεμήστε. Να ακόμα και ο Μαστρογιάννι......
«Λατίνος εραστής! Να τρελαίνεσαι από την ανοησία. Έχω πει: "Μα τις έχετε δει τις ταινίες μου; Μετά την "Ντόλτσε βίτα" γύρισα μια ταινία στην οποία υποδυόμουν έναν ανίκανο, τον "Ωραίο Αντόνιο". Υπάρχει ένα συμπαθητικό ανέκδοτο που δείχνει την επιτυχία, την αγάπη τού κόσμου που κέρδισε αυτός ο ασυνήθιστος ήρωας. Δε θυμάμαι αν ήταν στη Βραζιλία ή στην Αργεντινή, ένα ή δύο χρόνια αφότου πρωτοπαίχτηκε η ταινία, αγόρασαν από τις Ηνωμένες Πολιτείες ένα παλιό πολεμικό πλοίο, που δεν πήρε μπρος ποτέ. Τού έδωσαν λοιπόν το παρατσούκλι "Ο ωραίος Αντόνιο"! Ο ωραίος Αντόνιο δεν έπαιρνε μπροστά.
»Κι αμέσως μετά, στο "Διαζύγιο αλλά Ιταλικά", έπαιξα ένα χυδαίο κερατωμένο. Έχω κάνει τον ομοφυλόφιλο στο "Μια ξεχωριστή μέρα". Αλλά και στις ταινίες του Φελίνι, οι ερωτικές φαντασιώσεις είναι εφηβικές σχεδόν παιδικές. Δεν μπορείς να κάνεις όμως τίποτα, τίποτα. Τώρα πια είμαι εβδομήντα δύο χρονών κι ακόμα συνεχίζουν να με αποκαλούν: "Ο Λατίνος εραστής" Μα τι είμαι; Ένα φαινόμενο για το τσίρκο; Τι βάσανο!»
»Συναγωνιζόμασταν με το Φελίνι ποιος θα άλλαζε πιο συχνά αυτοκίνητο. Ήταν ένα παιγνίδι γελοίο, τόσα λεφτά πεταμένα στον αέρα. Κι αν έχω αγοράσει αυτοκίνητα! Μα γίνεται να είναι κανείς τόσο ανόητος; Μετανιώνω μόνο που δεν κράτησα αρχείο. Σήμερα θα μπορούσα να ποζάρω σε μια αφίσα, με τη φωτογραφία μου δίπλα σε κάθε αυτοκίνητο που απέκτησα. Θα άξιζε τον κόπο, ίσως για να δείχνω στα εγγόνια μου, αν ποτέ αποκτήσω, πόσο ηλίθιος ήταν ο παππούς τους.»
»Μόλις ο ηθοποιός κατέβει από τη σκηνή αλλάζει, βάζει κατά μέρος τις λύπες ή τις χαρές τού ήρωα που ερμήνευσε. Στην πραγματικότητα μόνο το κοινό ένιωσε αυτές τις συγκινήσεις. Ο ηθοποιός, είναι ένας μεγάλος ψεύτης που δίνει την εντύπωση ότι συμμετέχει σε ότι κάνει, αλλά στην πραγματικότητα... ναι δε λέω αισθάνεται κάτι, αλλά στην πραγματικότητα δεν αισθάνεται τίποτα. Αλλιώς θα ήταν ο δυστυχέστερος άνθρωπος του κόσμου εξαιτίας τού επαγγέλματός του, έτσι δεν είναι; Είναι δυνατόν κάθε φορά να ζεις τις λύπες, τα δράματα, και μετά να τα σέρνεις μαζί σου; Κι όμως μπορεί να συμβεί να συγκινηθεί, γιατί ίσως σ᾿ ένα έργο υπάρχει κάτι που σ᾿ αγγίζει περισσότερο προσωπικά. Για παράδειγμα στο τελευταίο έργο που έπαιξα που παίζω ακόμα, "Τα τελευταία φεγγάρια" υπάρχει κάποιο σημείο που τα μάτια μου υγραίνονται. Αυτό με ενοχλεί πολύ γιατί σημαίνει πως δεν έχω την απόσταση από το πρόσωπο που ερμηνεύω.»
Να είναι η τεχνική του σαν ηθοποιός, (σίγουρα η αποστασιοποίηση τού Μπρεχτ δεν τού ήταν ξένη), ή μια πικρή διάθεση που τον κάνει να θέλει να υποσκάψει το επάγγελμα του, τον ηθοποιό, ποιος ξέρει;
«Ο Ρομπέρτο Μπενίνι: "να πω ηθοποιός, δεν μου φαίνεται αρκετό. Είναι ένα σαιξπηρικό ξωτικό, είναι ιδιοφυής. Αισθάνομαι στ᾿ αλήθεια θαυμασμό γι αυτόν. Για την τέχνη του και για τη σεμνότητα του στη ζωή του". Πριν μερικούς μήνες, όταν έπαιζα στο θέατρο και το έργο είχε επιτυχία, μού έστειλε ένα τηλεγράφημα: "Θεέ μου, εσύ έπρεπε να γίνεις ηθοποιός!" Αγαπητέ Ρομπέρτο, σου στέλνω ένα μεγάλο χαιρετισμό.»
»Ένα άλλο "όνειρο" ήταν να κάνω μια ταινία καθισμένος σε αναπηρική καρέκλα, σαν τον Πέρι Μέισον. Αυτό θα ταίριαζε γάντι στην τεμπελιά μου. Στην αναπηρική καρέκλα και κωφάλαλος. Έτσι δεν επρόκειτο να νιώσω την παραμικρή κούραση. Και το κοινό είναι τόσο αφελές να πει: "Για φαντάσου! Κάθεται στην αναπηρική καρέκλα, δε μιλάει, δε μας ακούει, κι εμείς καταλάβαμε τα πάντα!" Και μπορεί να κέρδιζα και Όσκαρ. Ή μάλλον δύο ή τρία: ένα για την καρέκλα, ένα γιατί ήμουν κουφός κι άλλο γιατί ήμουν μουγκός. Όχι πως έχω τίποτα εναντίον αυτών που κέρδισαν βραβεία παίζοντας τέτοιου είδους ρόλους. Αλλά τελικά η κριτική είναι πολύ ευαίσθητη στα έργα που προβάλλουν τη δυστυχία.»
Πίκρα για τα βραβεία, ποιος ξέρει άραγε γιατί; Αυτοσαρκασμός, πικρό χιούμορ, τσαλάκωμα τού εαυτού του, υπονόμευση τής τέχνης του. Να ᾿ναι η θλίψη για τον χρόνο που πέρασε, το ανικανοποίητο, η πικρή γεύση που αφήνει όσο πλούσια κι αν είναι ή ζωή; Ένα βιβλίο απρόσμενο, θύμα ακριβώς τού "Λατίνου Εραστή" πριν το διαβάσεις, και μετά ένα αγαπημένο βιβλίο για ένα αγαπημένο ηθοποιό.